Χρήστος Κελλάρης - Ποιήματα & Stories: 1/4/08 - 1/5/08

Ελάχιστα λόγια για τον ιστότοπο..

Ο Χρήστος Κελλάρης γεννήθηκε το Μάη του 1984 στη Θεσσαλονίκη και είναι Πολιτικός Μηχανικός. Δεν ζει εκεί. Αρχίζει να ασχολείται με την ποίηση και την λογοτεχνία στην ηλικία των 17 από ένα λάθος.

Το 2006 ξεκίνησε την πρώτη του ποιητική απόπειρα. Πρόκειται για μία συλλογή που απαρτίζεται από αρκετά ποιήματα, και έχει τίτλο: «Μια γουλιά ακόμα».

Το 2007 δημιουργεί τον πρώτο του προσωπικό ηλεκτρονικό χώρο στη διεύθυνση http://Kellaris.Blogspot.Com με σκοπό να αναρτήσει μερικές από τις σκέψεις του..

Γράφει αραιά και που και δεν επιθυμεί να γίνει γνωστός.

Σας ευχαριστεί για την επίσκεψή σας.

«Μια γουλιά ακόμα»

«Μια γουλιά ακόμα»
Το εξώφυλλο της συλλογής

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

ΕΚΦΡΑΣΘΕΙΤΕ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ...




Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω μέσα από τη καρδιά μου
για τις επισκέψεις σας στον ιστότοπό μου που δηλώνει «παρών» τους τελευταίους έξι μήνες.
Θεωρώ πως θα ήταν καλό να αναρτώ πέρα από μερικά ποιήματά μου
(καινούρια – παλιά), λίγα ενημερωτικά στοιχεία για τους ποιητές - συγγραφείς που σημάδεψαν με τις δημιουργίες τους τη σύγχρονη παγκόσμια λογοτεχνία,

αλλά και εμένα προσωπικά (κάτι το εντελώς υποκειμενικό!).
Και για αυτό λοιπόν θα ήθελα να σας καλέσω να δημοσιεύσετε ελεύθερα τις αναγνωστικές σας εμπειρίες, καθώς και τα αισθήματά που σας δημιούργησαν τα «ποιητικά – λογοτεχνικά» σας «κρησφύγετα». Δεν έχει να κάνει με Κλασικισμό, Ρομαντισμό, Ρεαλισμό, Παρνασσισμό, Νατουραλισμό· δεν έχει να κάνει με Υπερρεαλισμό, Αισθητισμό· με λογοτεχνία Μπητ. Με ευθύ ή πλάγιο λόγο, με μεταφορές, καθημερινές ιστορίες απόκρυφης τρέλας της πόλης...
Έχει να κάνει με την ανάγκη ενός ανορθόγραφου αλήτη σαν εμένα,
για επικοινωνία.
Εκφρασθείτε φίλοι μου.
Κάντε το Άφοβα.
Αυτός – Αυτή – Αυτοί – Αυτό – που όλοι μας πιστεύουμε, Είναι με το ΜΕΡΟΣ μας.

Χρήστος Κελλάρης…

ΜΠΗΤ ΓΕΝΙΑ - Η ΑΡΧΗ...



Με τον όρο μπητ γενιά ή γενιά μπιτ (αγγλ. Beat Generation) αναφερόμαστε στο λογοτεχνικό κίνημα που έδρασε στην Αμερική τις δεκαετίες του 1950 και 1960. Αν και στην πραγματικότητα αποτέλεσε μια μάλλον ολιγάριθμη ομάδα, η επίδραση της στην αμερικανική λογοτεχνία και κοινωνία ήταν αρκετά σημαντική ώστε να χαρακτηριστεί ως μια καλλιτεχνική γενιά.Ειδικότερα, θεωρείται πως η μπητ λογοτεχνία είχε ουσιαστική επιροή στα μεταγενέστερα κινήματα των χίπις και του πανκ.

Ετυμολογία

Ο όρος μπητ (beat) σημαίνει κυριολεκτικά το ρυθμό ή το κτύπημα. Ως περιγραφικός όρος της γενιάς των Μπητ εισήχθη από τον
Τζακ Κέρουακ περίπου το 1948 όταν θέλησε να περιγράψει τον κοινωνικό και καλλιτεχνικό του περίγυρο στο μυθιστοριογράφο John Clellon Holmes και με αυτό τον τρόπο δήλωνε επιπλέον τις έννοιες κουρασμένος, χτυπημένος, νικημένος ή ακόμα μακάριος (beatific). Ο όρος συνδέεται ακόμα και με το ρυθμό της τζαζ μουσικής.
Πολύ συχνά χρησιμοποιείται εναλλακτικά και ο όρος μπίτνικ ή μπήτνικ, ο οποίος όμως είναι μεταγενέστερος. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Herb Caen της εφημερίδας San Francisco Chronicle το
1958 και χωρίς να εκφράζει αποκλειστικά την γενιά μπιτ, συνδέθηκε σε μεγάλο βαθμό με το στερεότυπο του αριστερού, αντιεξουσιαστή ή επαναστάτη, αναρχικού και συχνά αντικοινωνικού και μη συμβατικού στοιχείου.

Ιστορία

Όπως και πολλά ακόμα λογοτεχνικά ή καλλιτεχνικά ρεύματα, η γενιά των Μπητ είχε ως αφετηρία μια ολιγομελή ομάδα λογοτεχνών που συνδέονταν φιλικά μεταξύ τους. Ο κεντρικός πυρήνας των μπήτνικς περιλάμβανε τον συγγραφέα
Τζακ Κέρουακ, τον ποιητή Άλλεν Γκίνσμπεργκ και τον Ουίλιαμ Μπάροουζ, οι οποίοι γνωρίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1940 στην περιοχή του Μανχάταν και με επίκεντρο το πανεπιστήμιο Columbia. Σταδιακά προστέθηκαν και άλλες μονάδες, όπως οι ποιητές Gary Snyder, Michael McClure και Gregory Corso και o συγγραφέας και εκδότης Lawrence Ferlinghetti, ειδικότερα με την μετακίνηση της ομάδας στην περιοχή του San Francisco.
Κεντρικό ρόλο στην εξάπλωση της μπητ λογοτεχνίας διαδραμάτισαν δύο σημαντικά έργα, το μυθιστόρημα Στο Δρόμο (On the road,
1951) του Κέρουακ και το ποίημα Ουρλιαχτό (Howl, 1955) του Γκίνσμπεργκ, που αποτελούν έως σήμερα τα πλέον δημοφιλή δείγματα της μπητ λογοτεχνίας. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση του Ουρλιαχτού ο Γκίνσμπεργκ οργάνωσε μια βραδιά ανάγνωσης ποίησης, στις 7 Οκτωβρίου του 1955, στη Γκαλερί 6 στο Σαν Φρανσίσκο. Η ανάγνωση είχε τον τίτλο "Έξι ποιητές στη Γκαλερί 6" και αποτέλεσε τον καταλύτη που συγκέντρωσε το λογοτεχνικό ύφος της ανατολικής ακτής και των ποιητών των δυτικών ακτών της Αμερικής. Ο Michael McClure, ο οποίος παρευρίσκετο στην ανάγνωση ποίησης γράφει χαρακτηριστικά:
"150 άνθρωποι στο ακροατήριο εκείνη τη νύχτα αποθέωσαν τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ καθώς έφθανε στον επίλογο του Ουρλιαχτού. Ο καθένας ήξερε ότι ένα ανθρώπινο εμπόδιο είχε σπάσει και ότι μια ανθρώπινα φωνή και ένα σώμα είχε εκσφενδονιστεί ενάντια στο σκληρό τοίχο της Αμερικής και όλων των στρατών, ναυτικών, ακαδημιών και άλλων οργάνων."
Ο εκδότης
Λώρενς Φερλινγκέττι, ο οποίος παρευρέθηκε στην εκδήλωση, έστειλε στον Άλλεν Γκίνσμπεργκ ένα τηλεγράφημα στο οποίο του δήλωνε την προσφορά του να δημοσιεύσει την ποίησή του, στον εκδοτικό του οίκο City Lights. Το Ουρλιαχτό πολύ σύντομα απαγορεύτηκε ως άσεμνο, αλλά έπειτα από μια σειρά δικών επετράπη τελικά η δημοσίευσή του. Η δημοσιότητα που συγκέντρωσαν οι δικαστικές διαμάχες συντέλεσαν καθοριστικά στην εξάπλωση του έργου και της μπητ λογοτεχνίας γενικότερα. Ο εκδοτικός οίκος City Lights δημοσίευσε έκτοτε πολλά έργα μπητ λογοτεχνών και αποτέλεσε σε ένα βαθμό σύμβολο της μπητ λογοτεχνικής παραγωγής.
Επίδραση
Η Μπητ γενιά θεωρείται πως δεν έδωσε απλά ένα νέο ύφος στην αμερικανική λογοτεχνία αλλά προκάλεσε μια γενικότερη εξέγερση ενάντια στις κοινωνικές συμβάσεις της συντηρητικής κοινωνίας της δεκαετίας του '50. Αξίζει να σημειωθεί πως την εποχή εκείνη κυριαρχεί στην κοινωνική ζωή η έννοια του αμερικανικού ονείρου. Η απόκτηση υλικών αγαθών έχει αναχθεί σε απόλυτο ιδανικό ενώ παράλληλα το ψυχροπολεμικό κλίμα ευνοεί την καταδίκη κάθε μη συμβατικής συμπεριφοράς.
Οι μπήτνικς έδρασαν μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα και αντέδρασαν μέσω της λογοτεχνίας ή της ποίησης ενάντια στον κονφορμισμό και την αλλοτρίωση της αμερικανικής κοινωνίας. Οι τρόποι ζωής που η ομάδα των μπητ συγγραφέων υιοθέτησε ήταν αντίθετοι προς τη χαρακτηριστική οικογενειακή ζωή της δεκαετίας του '50 ενώ αρκετοί από αυτούς πειραματίστηκαν με ψυχοτρόπες ουσίες, κυρίως
παραισθησιογόνα, αποτυπώνοντας παράλληλα τις εμπειρίες τους στα έργα τους. Αρκετοί συγγραφείς ήρθαν σε επαφή και με τις Ανατολικές θρησκείες και ιδιαίτερα τον ζεν βουδισμό. Πολλοί ακόμα προέβαλαν στα έργα τους οικολογικά μηνύματα, όπως ο Gary Snyder ή ο Michael McClure.
Περισσότερο "συντηρητικοί" ποιητές και κριτικοί δεν αποδέχονται την θετική επίδραση που είχε το ρεύμα των μπήτνικς στη λογοτεχνία ή την κοινωνική ζωή. Ο Norman Podhoretz, εκδότης της εφημερίδας Commentary, άσκησε έντονη κριτική περιγράφοντας το κίνημα της μπητ λογοτεχνίας ως "πρωτογονισμό, εχθρικό απέναντι στον πολιτισμό" καθώς και "επανάσταση των πνευματικά καθυστερημένων".
Εξίσου χαρακτηριστικά, ο ποιητής George Barker γράφει σε κωμικό ύφος για τα έργα του Kerouac:

Now Jack, dear Jack
That ain't fair wages
For laboring through
Prose that takes ages
Just to announce
That Gods and Men
Ought to study
The Book of Zen.
If you really think
So low of the soul
Why don't you write
On a toilet roll?

Ωστόσο, παραμένει γεγονός, πως το κίνημα των μπήτνικς ως φαινόμενο, άσκησε γενικά σημαντική επιροή σε ολόκληρη τη Δυτική κουλτούρα, αμφισβητώντας τις παραδοσιακές ή συμβατικές αξίες. Η Μπητ
ποίηση και λογοτεχνία, αποτελεί σήμερα μέρος των προγραμμάτων σπουδών αρκετών αμερικάνικων κολλεγίων. O Γκίνσμπεργκ αποτέλεσε μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων, ενώ το 1986 έγινε επίτιμος καθηγητής φιλολογίας στο Brooklyn College. Πριν από το θάνατό του, ο Κέρουακ αναγνωρίστηκε επίσης για το πειραματικό ύφος της πεζογραφίας του ενώ συγκαταλέγετα από πολλούς στους μείζονες αμερικανούς συγγραφείς.

Επιλεγμένα έργα

Στο Δρόμο (On the Road), Jack Kerouac (εκδ.
1957)
Junky, William S. Burroughs (
1953)
Το Ουρλιαχτό (Howl and other Poems), Allen Ginsberg (
1956)
Γυμνό γεύμα (Naked Lunch), William S. Burroughs (
1959)
Βενζίνη (Gasoline), Γκρέγκορυ Κόρσο
Ανθολογία Μπητ Λογοτεχνίας, εκδ. Ελεύθερος Τύπος



Πηγή: http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%80%CE%B7%CF%84_%CE%B3%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%AC




«ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ»

Οι δρόμοι ασφυκτιούν από σκυλιά που ψάχνουν να κρυφτούν,
από μηχανές που προσπαθούν να γλιτώσουν τη καταστροφή τους,

από ανθρώπους που βιάζονται να χαθούν
προκειμένου ν’ αποφύγουν τις συγκρίσεις.
Τα πουλιά φτιάχτηκαν για να πετούν,
μα τώρα φέρνουν βόλτες στα βρόμικα πεζοδρόμια περιμένοντας το Τέλος.
Οι ποιητές μεθούν σε μπαρ,
οι πιανίστες σφυρηλατούν τα πλήκτρα τους με οργή

αναπολώντας την εποχή του Wolfgang Amadeus Mozart.
Όλοι προσπαθούν να ξεφύγουν απ’ το καθημερινό. Όλοι.

Μα ελάχιστοι το καταφέρνουν πια.
Η γη μοιάζει με καζάνι γεμάτο από φόβους κι’ ενοχές,

έτοιμο να ξεχειλίσει μιζέρια· δοχείο που μοιράζει άνισα
-για ακόμα μια φορά- το βρόμικο περιεχόμενό του
στους Homo Erectus που μας κυβερνούν
και που θα μείνουν να κοιτούν για πάντα
τα συντρίμμια που άφησαν ξοπίσω…

«ΣΕΙΣΜΟΣ»

Η επανάληψη ενός επώδυνου ονείρου ξαγρύπνησε μαζί μου εχθές το βράδυ·
έγινα για μια φορά ακόμη το τέλειο θήραμα του πόνου.
Είδα πως ήμουν ζωντανός το καλοκαίρι εκείνο πριν από πολλά χρόνια.
Ανάσαινα κάτω απ’ το παράθυρό της καλώντας τη να βιώσει μαζί μου

την υπέροχη αιωνιότητά της.
Την πήρα απ’ το χέρι και περπατήσαμε μαζί στα κύματα του Ατλαντικού Ωκεανού. Το πρωί μας βρήκε αγκαλιασμένους σε κάποια ακτή του Νέου Κόσμου
ν’ ανταλλάζουμε φιλιά.
Έγειρα στο στήθος της και άρχισα να κλαίω από χαρά,
όταν ο σεισμός κατέστρεψε μια ακόμα γιορτή που με κόπο προσπαθούσα να ζήσω σα να ήτανε αληθινή.
Για μερικά λεπτά νομίζω πως το πίστεψα,

μα όταν σταμάτησαν οι τοίχοι να περνούν με τη ταχύτητα του ήχου
μπροστά από τα τρομαγμένα μου μάτια,
σύρθηκα στο διπλανό δωμάτιο που ο καινούριος χρόνος με είχε βρει.
Τράβηξα το μπουκάλι από τη θέση του

και προσπάθησα να φανταστώ τη γεύση των χειλιών της.
13/3/08


«Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΙΓΟΥΡΙΑ ΤΗΣ ΗΣΥΧΙΑΣ»