Ο κόσμος μοιάζει να έχει χάσει τα λογικά του.
Ή μήπως τα έχει βρει;
Το μέχρι χθες παράλογο,
τώρα καταλήγει αντικειμενικά ορθό,
άκρος πραγματικό και τρομακτικό,
καθώς η τρέλα εξελίσσεται μπροστά στο γεμάτο γαλήνη βλέμμα μου.
Το κτίριο παίρνει φωτιά απ’ τις καυτές ανάσες των ανθρώπων,
εκείνων που πραγματικά πιστεύουν πως μπορούν ν’ αλλάξουν κάτι,
και εκείνων που απλά αρέσκονται να βρίσκονται εκεί.
Κοιτάζω το αίμα στο μανίκι μου
και ένα φρικιαστικό γέλιο και κλάμα μαζί, κρώζει στο μυαλό μου.
Αφήνω την καρέκλα μου για κάποιον άλλο.
Βγαίνω στον έξω κόσμο· κλείνω το μάτι στον παππού και στη γιαγιά μου,
που λίγο έλειψε να συναντήσω.
Κρατώ το μέτωπό μου που στραγγίζει ακόμα
και χάνομαι στη σκιά της κοιλάδας του θανάτου,
για να βρεθώ λίγη ώρα αργότερα σε κάποιο άλλο μπαρ,
στο ανατολικό Fresno.
26/2/08