Περνούσα τυχαία απ’ το στενό,
όταν με την άκρη του ματιού μου εντόπισα ένα παλιό στενόμακρο μαγαζάκι
με φαγωμένα από τον χρόνο κουφώματα και τοίχους βαμμένους με πράσινη ξεψυχισμένη λαδομπογιά.
Τράβηξα την ξύλινη εξώπορτα,
Τράβηξα την ξύλινη εξώπορτα,
ανέβηκα τα δύο σκαλοπάτια και μπήκα.
Ένας γέρος με ρυτιδιασμένα χέρια,
Ένας γέρος με ρυτιδιασμένα χέρια,
και σακάκι γεμάτο μπαλώματα με ρώτησε με σιγανή, στεγνή, σαν τριαντάρη φωνή:
-Τι γυρεύεις;
-Εσείς τι έχετε;
-Τα πάντα!
-Θα πάρω λίγο χρόνο και μια καινούρια αρχή.
1/10/06
-Τι γυρεύεις;
-Εσείς τι έχετε;
-Τα πάντα!
-Θα πάρω λίγο χρόνο και μια καινούρια αρχή.
1/10/06
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου